Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΛΗΘΕΙΑ (Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΑΙΝΟΝΕΣ) ΝΕΟ ΑΣΤΡΟ


Εξηγώντας σας το Σχέδιο Σωτηρίας του Θεού, ανέφερα ότι και το Ανώτατο Δημιουργημένο Πνεύμα με την ενσάρκωση κινδυνεύει να παραπλανηθεί από το κακό και να πέσει, να αποχωριστεί δηλαδή από τον Θεό. Αυτός ο κίνδυνος απειλούσε και τον Ίδιο τον Χριστό. Τον αναγνώρισε δε σε όλο του το μέγεθος. Σ’ αυτό αναφέρεται ο Παύλος όταν λέει ότι ο Χριστός παρακαλούσε τον Θεό μετά κραυγής ισχυράς και δακρύων να Τον σώσει από τον θάνατο. Το ότι δεν εννοεί τον σωματικό θάνατο είναι φανερό, διότι ο Παύλος γράφει καθαρά ότι ο Θεός άκουσε την προσευχή Του: και εισακουσθείς… 
Τον έσωσε λοιπόν από τον θάνατο, τον οποίο ο Χριστός φοβόταν τόσο. Μήπως Τον έσωσε από τον γήινο θάνατο και από την αγωνία του γήινου θανάτου; Αντιθέτως ο Θεός Τον άφησε να αδειάσει όλο το ποτήρι της γήινης αγωνίας του θανάτου και του γήινου θανάτου. Θα πρέπει λοιπόν να αναφέρεται σε άλλο θάνατο, από τον οποίο σώθηκε ο Χριστός και για τον οποίο παρακάλεσε.

Έχουμε πει ότι η λέξη θάνατος σχεδόν παντού στην Βίβλο -και κυρίως στις επιστολές του Παύλου-, προσδιορίζει τον πνευματικό θάνατο ως τον χωρισμό από τον Θεό, την Πτώση. Μπροστά σ’ αυτή την Πτώση έτρεμε ο Χριστός πολύ πριν μάθει οτιδήποτε για  θάνατο στο σταυρό. Τόσο άγρια του είχε επιτεθεί ο Σατανάς. Η Βίβλος δεν γνωρίζει τίποτα από την καθημερινή πάλη του Χριστού με τις δυνάμεις της κόλασης που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να Τον μαλακώσουν και να Τον καταφέρουν να πέσει από τον Θεό. Το ότι κλαίγοντας παρακαλούσε τον Θεό να Τον βοηθήσει, όταν ο Σατανάς με τις ορδές του προσπαθούσε να Τον ρίξει, και το ότι έτρεμε από τον φόβο ότι δεν θα μπορούσε να αντισταθεί για πολύ ακόμη στην κόλαση,  δείχνουν ότι υπήρχε η πιθανότητα και για τον ίδιο τον Χριστό να πέσει, να αποχωριστεί δηλαδή από τον Θεό.

Αν δεν υπήρχε αυτή η πιθανότητα πτώσης, δεν θα έτρεμε από φόβο μπροστά στην επίθεση της κόλασης, ούτε θα χρειαζόταν να φωνάξει κλαίγοντας και παρακαλώντας τον Θεό να Τον σώσει. Και ο ίδιος ο Σατανάς που ήξερε πολύ καλά ποιος βρισκόταν απέναντί του στο Πρόσωπο του Χριστού, δεν θα ήταν τόσο ανόητος να μεταχειριστεί όλα του τα όπλα εναντίον Του, αν δεν είχε καμία πιθανότητα να νικήσει. Γι’ αυτό και οι επιθέσεις του ποτέ δεν είναι εναντίον του Ίδιου του Θεού αλλά μόνο ενάντια στα πλάσματά Του. Κι αφού ο Εωσφόρος, το δεύτερο από τα δημιουργημένα Πνεύματα, έπεσε από τον Θεό, γιατί να μην μπορεί να πέσει και το Πρώτο, και μάλιστα ενώ βρισκόταν ως αδύναμος άνθρωπος απέναντι στις δυνάμεις της κόλασης; Ο Σατανάς γνωρίζει ακριβώς τι κάνει, και δεν αναλαμβάνει τίποτα δίχως πιθανότητες επιτυχίας.

Στο σημείο αυτό ο Παύλος επιβεβαιώνει ότι ο Χριστός είχε  ανθρώπινες αδυναμίες. Διότι γράφει ότι ο Χριστός, παρόλο που ήταν Υιός του Θεού, απ’ όλα όσα πέρασε έμαθε να υπακούει. Έπρεπε λοιπόν και ο Χριστός, ως άνθρωπος, να μάθει να υπακούει. Διότι και Αυτός δεν ακολουθούσε πάντα τις εσωτερικές και εξωτερικές παραινέσεις του Καλού. Αλλά η τιμωρία που δεχόταν ως άνθρωπος και για την παραμικρή ανυπακοή λόγω αδυναμίας, Τον έμαθε σιγά-σιγά να υπακούει, και έτσι έφτασε στην Τελειότητα, και μάλιστα με την μέγιστη πράξη υπακοής, τον θάνατό Του στον σταυρό.

Αυτό είναι το μεγαλειώδες και θαυμάσιο στον Χριστό: ό,τι παρόλο που ήταν Υιός του Θεού, ως άνθρωπος χρειάστηκε να πολεμήσει με τις ίδιες αδυναμίες και ατέλειες που έχουν οι άνθρωποι, και παρ’ όλα αυτά, αντιστάθηκε στις δυνάμεις της κόλασης. Χρειάστηκε να γνωρίσει ο Ίδιος τις χείριστες επιθέσεις του κακού, όντας ένας που μπορούσε να νικηθεί, και από φόβο μήπως νικηθεί, φώναζε παρακαλώντας τον Θεό.

Γι’ αυτό και γνωρίζει από προσωπική πείρα πώς νιώθουν οι άνθρωποι: Ου γαρ έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών, πεπειραμένος δε κατά πάντα καθ’ ομοιότητα χωρίς αμαρτίας (Εβρ. 4,15). Η αμαρτία εδώ δεν είναι τα ανθρώπινα λάθη από αδυναμία από τα οποία δεν εξαιρέθηκε ούτε ο ίδιος ο Χριστός. Αμαρτία είναι το λάθος που μας χωρίζει από τον Θεό. Η αμαρτία που γεννά το θάνατο, την πτώση από τον Θεό. Ο Χριστός δεν ανήκε ποτέ στους από τον Θεό πεπτωκότες, και δεν επέτρεψε ούτε ως άνθρωπος να Τον χωρίσουν από τον Θεό. Είναι η προς θάνατον αμαρτία, όπως την αποκαλεί ο Ιωάννης (Επιστ. Ιωάν. Α΄ 5,16-17), την οποία δεν διέπραξε ποτέ ο Χριστός. Κατά τα άλλα, καθ’ όλα έμοιασε στον άνθρωπο, και στην ανθρώπινη αδυναμία και στα ανθρώπινα λάθη. Όποιος ποτέ δεν σκοντάφτει, δεν είναι ποτέ αδύναμος. Η ώρα όπου ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εμφανίστηκε δημόσια κηρύττοντας την μετάνοια, ήταν και για τον Χριστό αποφασιστική. Διότι ως τότε δεν εγνώριζε ότι ήταν ο Μεσσίας που είχαν αναφέρει οι προφήτες. Όταν όμως πήγε στον Ιωάννη και ο Ιωάννης Τον παρουσίασε στο λαό: Ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου (Ιωάν. 1,29), τότε κατάλαβε Ποιος ήταν, και αμέσως έλαβε την επιβεβαίωση από τον Ίδιο τον Θεό: Ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα (Ματθ.3,17.  Μάρκ. 1,11. Λουκ.3,22).

Είχε έρθει η στιγμή όπου ο Κόσμος των Πνευμάτων του Θεού θα δίδασκε τον Χριστό για την Αποστολή της Ζωής Του. Του ειπώθηκε ότι είναι το Ανώτατο, ο Πρωτογέννητος Υιός του Θεού. Του ειπώθηκε ότι έπρεπε να διακηρύξει τις Αλήθειες του Θεού και ότι έπρεπε να αντέξει στις επιθέσεις του Σατανά. Και ότι ο Σατανάς παλεύοντας μαζί Του, θα έφτανε στα άκρα και θα Τον παρέσυρε ως το Σταυρό, όπως το είχαν προείπει οι προφήτες. Αλλά το πού βρισκόταν η τελική νίκη ενάντια στον Σατανά, αυτό το έμαθε ο Χριστός μόνον αφού αποχωρίστηκε το Πνεύμα Του από το ανθρώπινο σώμα Του, με τον θάνατό Του πάνω στο σταυρό.

Η κόλαση αναγνώρισε τον Χριστό, τον Υιό και Απεσταλμένο του Θεού, που με την διδασκαλία Του θα οδηγούσε την ανθρωπότητα στον Θεό και έπρεπε να είναι έτοιμος να πεθάνει για την Αλήθεια. Η πραγματική σχέση ανάμεσα στον σταυρικό θάνατο του Χριστού και στην νίκη Του επί της κόλασης, ήταν άγνωστη και στον Σατανά. Αν εγνώριζε την αλήθεια, δεν θα είχε βάλει ποτέ τον Χριστό σε πειρασμό, ούτε και θα Τον είχε οδηγήσει σε μαρτυρικό θάνατο. Με τον τρόπο αυτό όμως, ήθελε να βγάλει τον Χριστό το ταχύτερο από την μέση, αναγνωρίζοντας στο άτομό Του έναν Κήρυκα της Αλήθειας, ετοιμάζοντάς Του τον ατιμωτικό θάνατο στο σταυρό. Ο Σατανάς λογάριαζε ότι η Διδασκαλία ενός κατάδικου θα έσβηνε γρήγορα ανάμεσα στους ανθρώπους.

Διότι οι άνθρωποι θα περίμεναν σίγουρα ότι ένας Υιός του Θεού, όπως παρουσιαζόταν ο Χριστός, θα έπρεπε να λάβει από τον Θεό τόση δύναμη ώστε να εμποδίσει από μέρους των εχθρών Του έναν τόσο ατιμωτικό θάνατο. Αν δεν το κατόρθωνε αυτό, τότε με τον θάνατό Του είχε κριθεί και η Διδασκαλία Του. Έτσι λογάριαζε ο Σατανάς.

Ο Χριστός ήξερε λοιπόν τώρα Ποιος ήταν, και ποια μεγάλη Αποστολή έπρεπε να εκπληρώσει. Όμως πριν να αρχίσει την εκτέλεσή της, έπρεπε να περάσει και Εκείνος την μεγάλη δοκιμασία αντοχής, όπως την πέρασαν όλοι ως Εργαλεία του Θεού. Έπρεπε να αποδείξει κατά πόσο ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της σημαντικής και με βαριά επακόλουθα Αποστολής. Γι’ αυτό τον οδήγησε το Πνεύμα του Θεού στην έρημο.

Εδώ χρειάστηκε να αντέξει σε μια τρομερή επίθεση των χθονίων δυνάμεων. Κανένας δεν Του παραστάθηκε να Τον βοηθήσει. Κανένας λόγος ανθρώπινης παρηγοριάς από μέρους μιας μητέρας, αδελφών ή ενός φίλου δεν μπορούσε να Τον φτάσει εκεί. Και όμως ο άνθρωπος νοσταλγεί, ιδίως στις δύσκολες ψυχικές μάχες, τις καρδιές των συνανθρώπων του που τον συμπονούν, συμπάσχουν και παραστέκονται. Όλα αυτά στην έρημο αποκλείονταν. Τα άγρια ζώα ούρλιαζαν γύρω Του και μπροστά στα οραματικά μάτια Του στέκονταν τα πνεύματα της κόλασης, δαιμόνια. Πήγαιναν και έρχονταν δίχως σταματημό. Άκουγε τους δελεασμούς τους, τις υποσχέσεις τους, τις απειλές τους. Με οποιονδήποτε πειρασμό που θα μπορούσαν ποτέ να πέσουν άνθρωποι, δοκιμάστηκε Αυτός, ο Υιός του ανθρώπου και μάλιστα μέχρι τα άκρα.

Ο Σατανάς έχει ειδικά δαιμόνια για όλους τους τομείς του κακού. Ήρθαν πνεύματα της απελπισίας, της δειλίας, πνεύματα της αμφιβολίας, που ήθελαν να Του αφαιρέσουν την πίστη Του ότι ήταν ο Υιός του Θεού, την πίστη Του στην Αποστολή που είχε από Θεού. Και ζητούσαν να Τον κάνουν να αμφιβάλει μέχρις απελπισίας για τον εαυτό Του. Ήρθαν πνεύματα μίσους που προσπάθησαν να Του εμφυσήσουν πίκρα ενάντια σε έναν Θεό που Τον εγκατέλειψε εδώ στην έρημο σε τόσο οικτρή κατάσταση. Ήρθαν πνεύματα της ηδονής και της καλοπέρασης  που Του παρουσίασαν με τις πιο δελεαστικές εικόνες την διαφορά ανάμεσα σ’ αυτή την τρομερή έρημο και την ανθρώπινη καλοπέραση του κεφιού και της ηδονής. Όλα όμως ήρθαν με μορφή αγγέλων του φωτός που προσποιήθηκαν ότι είναι φίλοι Του.

Αυτοί οι δαίμονες του πειρασμού είχαν ξεχωρίσει τους ρόλους τους. Τα πνεύματα της αμφιβολίας ήταν τα πιο δυνατά και εμφανίζονταν πάλι και πάλι. Διότι πώς μπορούσε ένας Θεός να στείλει τον Πρωτογενή Του Υιό σε μια τέτοια έρημο εγκαταλείποντάς Τον να πεινάσει και εκθέτοντάς Τον σε τέτοια ψυχικά μαρτύρια; Μήπως, τέλος, όλα όσα άκουσε από τα υποτιθέμενα Καλά Πνεύματα, μήπως τα λόγια του Βαπτιστή, μήπως η Φωνή του Θεού στον Ιορδάνη, μήπως όλα δεν ήταν παρά μια μεγάλη αυταπάτη, ή ένα ψεύδος του κακού; Μήπως το Υιός του Θεού δεν ήταν επομένως τίποτα άλλο παρά μια τρελή φαντασίωση, ένας παραλογισμός, του οποίου είχε πέσει θύμα; Γύρω από αυτό το σημείο τριγύριζε η βασική επίθεση της κόλασης. Έπρεπε να καταστραφεί μέσα σ’ Αυτόν τον Υιό του ανθρώπου η πεποίθηση που είχε ότι ήταν ο Υιός του Θεού. Αν το πετύχαινε αυτό ο Σατανάς, θα είχε κερδίσει το παιχνίδι. Διότι όποιος παραπλανηθεί ως προς την αποστολή του, σύντομα θα την απορρίψει από μόνος του.

Σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες κράτησε η οχλαγωγία της κόλασης. Και το Θύμα της βρισκόταν εγκαταλελειμμένο δίχως καμιά προστασία ή βοήθεια, τρέμοντας ολόκληρο από την ψυχική αναστάτωση και την σωματική αδυναμία λόγω της πείνας και της αϋπνίας. Διότι σ’ αυτόν τον τόπο έλειπε κάθε είδους τροφή. Νήστευε, αλλά όχι επειδή το ήθελε ο ίδιος, αλλά επειδή δεν υπήρχε γύρω Του τίποτα φαγώσιμο. Μόνο άμμος και πέτρες, όπου κι αν κοίταζε το μάτι. Αλλά όλοι οι ειδικοί δαίμονες της κόλασης κοπίαζαν άδικα προσπαθώντας να ρίξουν Αυτόν τον πυρετώδη Ιησού από την Ναζαρέτ, παρόλο που δεν μπορούσε πια να σταθεί όρθιος από την αδυναμία, την πείνα και την δίψα. Πάλι και πάλι φώναζε με δάκρυα στον Πατέρα Του να Τον βοηθήσει, να Τον προφυλάξει από τον θάνατο της πτώσης, να Του δώσει την δύναμη ν’ αντέξει στις επιθέσεις του κακού μέχρι το τέλος, και την νίκη.

Την τελευταία μέρα, αφού απέτυχαν όλες οι δυνάμεις της κόλασης με όλες τους τις παραπλανητικές τέχνες, εμφανίστηκε απέναντι στο τυραννισμένο Θύμα ο ίδιος ο «άρχοντας» του σκότους, ειδικός ως το πνεύμα των χθονίων θαυμάτων. Έτσι εμφανίστηκε μπροστά στον τρέμοντα από την πείνα Ιησού και του είπε: «Πιστεύεις ότι είσαι Υιός του Θεού; Αν ήσουν δεν θα είχες πεινάσει, παρά θα έκανες τις πέτρες ψωμί. Αλλά δεν το μπορείς, παραπλανημένε, και θα πεθάνεις εδώ μ’ αυτή την τρελή Σου ιδέα. Δεν μπορείς να κάνεις θαύματα, ούτε και ποτέ Σου έκανες, ούτε και θα κάνεις. Και όμως φαντάζεσαι ότι είσαι ένας Υιός του Θεού. Κοίτα με εμένα. Εγώ είμαι ένας υιός του Θεού, αλλά έφυγα από Εκείνον που με την σκληρότητά Του σ’ αφήνει σε τούτη την αθλιότητα. Εγώ μπορώ να κάνω θαύματα. Δεν μπορεί να μου πάρει αυτή την δύναμη. Μπορώ να κάνω από αυτές τις πέτρες ψωμί. Θα Σου δώσω να φας. Θα δεις που το μπορώ. Γύρνα την πλάτη μόνο και απέρριψε Εκείνον που Σε αφήνει εδώ να πεθάνεις της πείνας. Έλα σε μένα και θα Σου δώσω τα καλύτερα γεύματα που υπάρχουν στη γη».
«Υποχώρησε, Σατανά, δεν το θέλω το ψωμί σου, ακόμη και αν ήταν από αυτές τις πέτρες. Περιμένω τον Λόγο που έρχεται από το Στόμα του Θεού. Ο Λόγος θα έρθει στην ώρα Του και θα μου φέρει τροφή και θα παραμείνω στην Ζωή».

Αλλά έτσι εύκολα δεν φεύγει ο Σατανάς. «Εντάξει» του είπε, «αφού δεν θέλεις το ψωμί μου που Σου πρόσφερα επειδή Σε λυπήθηκα μόνο, τότε μπορείς να διαλέξεις έναν άλλο δρόμο για να σιγουρευτείς κατά πόσο είσαι ένας Υιός του Θεού. Διότι θα Σου το αποδείξω πως δεν είσαι Υιός του Θεού. Εγώ θα Σε ελευθερώσω από αυτή την αυταπάτη. Κοίτα, εκεί είναι η στέγη του Ναού. Εγώ θα Σε πάω ως εκεί και Συ πήδα κάτω. Διότι υπάρχει η υπόσχεση για τους Υιούς του Θεού ότι, τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου, του διαφυλάξαι σε… επί χειρών αρούσίν σε, μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου (Ψαλμ. 91,11-12). Δοκίμασε λοιπόν! Ότι δεν θα Σε βοηθήσω το γνωρίζεις. Διότι θέλω να Σου αποδείξω ότι δεν είσαι ένας από τους Υιούς του Θεού. Και είμαι σίγουρος ότι αν πηδήξεις θα γκρεμοτσακιστείς. Αλλά πρέπει να το δοκιμάσεις. Διότι ούτε ο Θεός δεν μπορεί να απαιτήσει από Σένα τέτοια τυφλή πίστη στο ότι είσαι Υιός Του. Κατά κάποιο τρόπο πρέπει να δοκιμάσεις τουλάχιστον μια φορά αυτή Του την υποτιθέμενη Πατρότητα, αν δεν έχεις σκοπό να εγκαταλείψεις κάθε λογικό τρόπο σκέψης. Κι αν πεθάνεις, τότε να χαίρεσαι. Καλύτερα να ελευθερωθείς μια και καλή με τον θάνατο από όλη αυτή την απάτη που Σου έχτισαν παραπλανώντας Σε, παρά να θυσιάσεις όλη Σου την ζωή σε μια τέτοια τρέλα και στο τέλος να πεθάνεις απογοητευμένος και καταραμένος από τους ανθρώπους».
Μαζεύοντας όλες Του τις δυνάμεις το επί εβδομάδες τυραννισμένο Θύμα, απάντησε: «Ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου» (Λουκ.4,12. Ματθ.4,7). Δεν θέλω ν’ αποδειχτώ Υιός του Θεού μ’ αυτόν τον τρόπο. Είναι θέμα του Πατέρα μου το πώς θα αποδείξει πως είμαι Υιός Του. Θα το αποδείξει Εκείνος, κι εσύ θα την νιώσεις την Απόδειξή Του επάνω σου».

Μπροστά σ’ αυτά τα λόγια υποχώρησε για λίγο ο Εωσφόρος, ο δεύτερος αλλά πεπτωκός υιός του Θεού, μπροστά στον Μεγαλύτερό του, αλλά Πιστό στον Θεό Αδελφό Του. Με την θαυματοποιό του τέχνη δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, γιατί το Θύμα του δεν δεχόταν από αυτόν κανένα θαύμα, ούτε  δεχόταν να αναμετρηθεί μαζί του. Αλλά ο Σατανάς δεν εγκατέλειψε ακόμη κάθε ελπίδα. Είχε άλλον έναν τρόπο, που του έφερνε πάντα λαμπρά αποτελέσματα ως άρχων του κόσμου τούτου. Όλη η ύλη βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία του. Μπορεί να δώσει τα βασίλεια της γης σε όποιον θέλει. Αν έδινε ένα βασίλειο και στον Ναζωραίο Ιησού, δεν είχε παρά να το αποφασίσει. Όλοι που είχαν βασίλεια ήταν υποτελείς του, και έκαναν ό,τι τους παράγγελνε…

«Κοίτα, όλα αυτά θα Σου τα δώσω. Και αν τα θέλεις όλα, δικά Σου είναι. Και αν θέλεις μόνο το ένα ή το άλλο, δεν έχεις παρά να διαλέξεις. Θα γίνει δικό Σου. Αλλά θα πρέπει να με αναγνωρίσεις εμένα για αφεντικό Σου. Σε όλα αυτά τα βασίλεια που είδες, εγώ είμαι το αφεντικό και θα παραμείνω. Εσύ θα είσαι ο Δεύτερος».
«Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά. Έναν μόνο αναγνωρίζω γι’ Αφεντικό, τον Θεό»

Ο Σατανάς έχασε την μάχη. Ήταν σίγουρος ότι θα την κέρδιζε ακούγοντας τις προηγούμενες ημέρες το Θύμα του να κλαίει παρακαλώντας τον Θεό και βλέποντας το φόβο Του. Και τότε επρόκειτο μόνο για τους υπηκόους του Εωσφόρου. Τώρα είχε έρθει ο ίδιος για να καταλάβει το κάστρο που νόμιζε έτοιμο για συνθηκολόγηση, και όπου είχε στείλει τον δυνατό του σύμμαχο, την πείνα. Αλλά είχε γελαστεί. Με πνευματικά όπλα και με ανθρώπινα δολώματα δεν μπορούσε να πετύχει τίποτα από Αυτόν τον Υιό του ανθρώπου. Όμως του έμενε ακόμη ένα όπλο μπροστά στο οποίο τρέμουν και συγκατανεύουν όλοι οι άνθρωποι. Ήταν το όπλο των επίγειων σωματικών βασανιστηρίων. Θα διάλεγε τα πιο σκληρά. Είχε αρκετούς ανθρώπινους δήμιους στις διαταγές του: μορφωμένους και αμόρφωτους, βασιλιάδες και έπαρχους, θρησκευτικούς και λαϊκούς ηγέτες. Θα έπρεπε να πετύχει. Θα έβρισκε σίγουρα την κατάλληλη ευκαιρία για να δράσει. Γι’ αυτό αναγράφεται στην Βίβλο σας: Και συντελέσας πάντα πειρασμόν ο διάβολος απέστη απ’ αυτού άχρι καιρού (Λουκ.4,13).

Αυτές τις τρομερές επιθέσεις του κακού εναντίον του Ιησού εννοούσε ο Παύλος γράφοντας ότι ο Χριστός παρακαλούσε προσευχόμενος με φωνή και δάκρυα, ζητώντας βοήθεια για να σωθεί από το θάνατο της πτώσης. Ο Θεός δεν χαρίζει στην τύχη τα πολύτιμα δώρα Του. Πρέπει να αποκτηθούν με σκληρές δοκιμασίες. Και ο Χριστός έπρεπε ως άνθρωπος να κερδίσει πικρά την Δύναμη που χρειαζόταν για την τεράστιας σημασίας Αποστολή Του. Τίποτα δεν έπεσε έτοιμο στα πόδια Του. Αλλά κάθε φορά που νίκησε πολεμώντας το κακό, Τον σκέπαζε ως ανταμοιβή η Δύναμη του Θεού. Άνοιγε ο Ουρανός και Τον περικύκλωναν τα Πνεύματα του Θεού. Έτσι συνέβη και μετά από την μάχη με τον πειρασμό στην έρημο. …και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ (Ματθ. 4,11). Του προμήθευσαν και το γήινο ψωμί που χρειάστηκε να στερηθεί σαράντα μέρες. Τώρα που οι πέτρες μετατρέπονταν σε ψωμί από τα Πνεύματα του Θεού, το δέχτηκε ευχαριστώντας τον Θεό. Αυτό που είχε αρνηθεί, όσο Του προτεινόταν από τον Σατανά».
ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ

ΚΑΙ ΜΕΤΑ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ  έπρεπε μόνο να τον διδάξει ότι πλησίαζε η ώρα της απελευθέρωσης, ότι ο λαός έπρεπε να φανεί αντάξιος αυτής της ελευθερίας, και ότι ο Ίδιος ήταν Εκείνος που στάλθηκε από τον Θεό για να τους σώσει: ο Σωτήρας. Ο Χριστός έπρεπε να προσέξει να μην υποκύψει στις κυρίαρχες δυνάμεις του κακού, οι οποίες δεν άφησαν κανένα τρόπο δοκιμασίας για να Τον κάνουν να εκπέσει από τον Θεό και να Τον απομακρύνουν από την θεία Του Αποστολή. Ο Χριστός έπρεπε, όπως και ο Μωυσής, να προσέξει να μη νικηθεί από εκείνον που έπρεπε να νικήσει. Αν παρέμενε σταθερός στην αμυντική Του στάση απέναντι στις επιθέσεις του κακού, τότε ήταν θέμα του Θεού να προσδιορίσει με ποιον τρόπο θα κερδιζόταν η νίκη εναντίον του Σατανά. Είναι αυτονόητο ότι ο Χριστός ως άνθρωπος δεν μπορούσε να περάσει σε επίθεση εναντίον των πνευμάτων. Οι άνθρωποι έχουν μόνο την δυνατότητα της αμυντικής στάσης εναντίον των επιθέσεων των δυνάμεων του κακού που προσπαθούν να τους παραπλανήσουν, να κάνουν κακό με ψιθυρισμούς, υποσχέσεις, συναισθήματα φόβου ή με οράματα. Γι’ αυτό και ο Χριστός μπορούσε να περάσει στην επίθεση εναντίον του Σατανά ως Πνεύμα μετά το γήινο θάνατό Του. Μόνο τότε θα μπορούσε να ειπωθεί: κατελθών εις τον Άδην.

Το είπα ήδη ότι ο Χριστός ως άνθρωπος, θα μπορούσε να είχε υποκύψει στο Σατανά. Τότε ο «πρίγκιπας» της αβύσσου θα είχε κάνει υποτελή του και τούτον τον Πρώτο Υιό του Θεού. Σ’ αυτή την περίπτωση ο Θεός θα άφηνε έναν άλλον από τους Ανώτατους Πρίγκιπες του Ουρανού να ενσαρκωθεί ως άνθρωπος για να εκπληρώσει το Έργο της Σωτηρίας που απέτυχε ο Πρώτος Υιός του Θεού, υποκύπτοντας στην ανθρώπινη αδυναμία.

Ανατριχιάζεις στην σκέψη ότι ο Χριστός θα μπορούσε να έχει υποκύψει στις επιθέσεις του κακού. Και όμως έτσι είναι. Δεν ξέρετε καν να εκτιμήσετε την αμέτρητη Αγάπη του Ουράνιου Πατέρα σας, που δεν προφύλαξε ούτε τον πρωτογενή Του Υιό, αλλά με την Αγάπη που σας έχει, Τον εξέθεσε με κίνδυνο να Τον χάσει και Αυτόν, όπως έχασε και τον δεύτερο υιό Του. Και δεν μπορείτε καν να φανταστείτε πόσο τρομερή ήταν η μάχη που έπρεπε να αντέξει για σας ο Χριστός εναντίον όλης της κόλασης, επειδή ήθελε να σας σώσει. Σε σας αρκεί ήδη ο πιο ασήμαντος διαβολάκος για να σας πείσει μέσα σε δυο λεπτά να γυρίσετε την πλάτη σας στον Θεό. Αρκεί να σας προτείνει μια χούφτα χρήματα, ένα τίτλο ή μια ηδονή, και αμέσως σας νικά. Εναντίον όμως του Χριστού, ρίχτηκε όλη η κόλαση με επικεφαλής τον ίδιο τον Εωσφόρο. Και αυτό όχι μόνο μια φορά ή για λίγα λεπτά, αλλά πάλι και πάλι, για μια ολόκληρη ζωή. Η μια κολώνα εφόδου των σκοτεινών δυνάμεων μετά την άλλη, έκανε επίθεση μέρα με την ημέρα εναντίον Αυτού του Υιού του ανθρώπου. Και τέλος πήραν για όπλο τα μεγαλύτερα ανθρώπινα βασανιστήρια, ώσπου ο Μάρτυρας πέθανε από αιμορραγία στον σταυρό, νεκρός ως άνθρωπος αλλά δίχως πτώση ως προς τον Θεό. Ο Σατανάς δεν μπόρεσε να του κάνει τίποτα. Και όμως ήταν Εκείνος, εναντίον του Οποίου επιτέθηκε με τέτοιο τρόπο ολόκληρη η δύναμη της κόλασης, ένας άνθρωπος όπως κι εσείς. Όμοιος σε σας καθ’ όλα.

Αυτή είναι η αληθινή εικόνα του Σωτήρα, και έτσι έπρεπε να γίνει το Έργο της Σωτηρίας Του. Ποιος ήταν ο Χριστός και πώς παρουσίαζε τον Εαυτό Του;
«Εγώ ειμί ο Χριστός» (Ματθ. 24,5), «ο υιός του Θεού του Ζώντος» (Ματθ. 16,16). Την ίδια μαρτυρία έδωσε και ο Θεός γι’ Αυτόν: «Ούτός εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ευδόκησα» (Ματθ. 3,17). Λοιπόν ο Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού και ήθελε να είναι μόνον αυτό. Δεν ήταν ο Θεός. Ποτέ δεν είπε: Είμαι ο Θεός. Ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι ήταν όμοιος με τον Θεό σε κάτι. Ποτέ δεν κουράστηκε να τονίζει πάλι και πάλι ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνος Του, ότι δεν λέει τίποτα δικό Του, και ότι δεν μπορεί να κάνει απολύτως κανένα θαύμα μονάχος Του. Ο Πατέρας είναι που Του έδωσε την Εντολή. Από τον Πατέρα δέχτηκε όλη την Αλήθεια. Ο Πατέρας είναι που Του δίνει την δύναμη να θεραπεύει αρρώστους και να ξυπνάει τους νεκρούς. Όλα τα κάνει έτσι όπως επιθυμεί ο Πατέρας, και την ώρα που όρισε ο Πατέρας.
Όπως ένας έπαρχος εξασκεί την εξουσία του μόνο κατ’ εντολήν και στο όνομα του ηγέτη του, και επιτρέπεται να δράσει μόνο μέσα στα όρια της εξουσίας που έλαβε, έτσι και ο Χριστός. Και όταν ένας ηγέτης δώσει σε έναν έπαρχο όλη την εξουσία που έχει ο ίδιος σαν ηγέτης, ο έπαρχος από μόνος του δεν έχει απολύτως τίποτα. Δεν είναι ο ίδιος ηγέτης, αλλά εξαρτάται από τον ηγέτη σε όλα. Κάθε στιγμή μπορεί να χάσει την θέση του. Έτσι ήταν και ο Ιωσήφ αντιπρόσωπος του Φαραώ. Είχε λάβει από τον Φαραώ απεριόριστη δύναμη για να σώσει τον τόπο. Ο Φαραώ του είχε δώσει ένα δαχτυλίδι με σφραγίδα και βασιλικά ρούχα για να δείξει την βασιλική εξουσία που του είχε αναθέσει. Με την σφραγίδα ο Ιωσήφ μπορούσε να σφραγίζει τις διαταγές του σαν να ήταν βασιλικές. Με τα ρούχα του έμοιαζε με τον Φαραώ. Αλλά δεν ήταν ο ίδιος ο ανώτατος ηγέτης. Ο ανώτατος ήταν και παρέμενε ο Φαραώ. Ο Ιωσήφ ήταν απλούστατα διορισμένος από τον Αιγύπτιο ηγέτη και ας ήταν ο αντιπρόσωπός του με πλήρη βασιλική εξουσία. Δεν είχε την εξουσία από μόνος του. Την είχε λάβει με απόφαση του βασιλιά. Κι εκείνος μπορούσε κάθε στιγμή να του την περιορίσει ή να του την αφαιρέσει, ή να την δώσει σε κάποιον άλλον, σύμφωνα με την θέλησή του.

Εδώ σου δίνω μια απλή και καθαρή εικόνα της σχέσης του Χριστού με τον Θεό. Ο Θεός είναι ο Κύριος και ο Δημιουργός όλων. Είναι επίσης ο Κύριος και ο Δημιουργός του Υιού του Θεού. Ο Θεός είναι αφ’ εαυτού Αιώνιος, Παντοδύναμος και Παντογνώστης. Ο Υιός όμως όχι. Ο Πατέρας πέρασε στον Υιό την Εξουσία επάνω στην Δημιουργία, και κυρίως Τον έχρισε για την Αποστολή της Σωτηρίας. Αλλά αφ’ εαυτού ο Υιός δεν έχει τίποτα˙ μήτε την ύπαρξη, μήτε την εξουσία, μήτε καμιά δύναμη. Όλα Του τα έχει δώσει ο Πατέρας. Ακόμη και όταν ο Υιός βρίσκεται ντυμένος στον Ουρανό με ρούχα παρόμοια με του Θεού, ακόμη και όταν παρουσιάζεται με θεία Εξουσία, είναι εξίσου Θεός όπως ο Ιωσήφ ήταν Φαραώ.

Αυτή η Αλήθεια περιέχεται τόσο καθαρά στα Άγια Κείμενα, που είναι να απορεί κανείς πώς έφτασαν οι άνθρωποι να κάνουν τον Χριστό Θεό, την στιγμή που ο Θεός ορκίζεται σε όλη την Πλάση: Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου, ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού (Έξοδ.20,2-3). Τα χριστιανικά δόγματα που πρεσβεύουν ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, και που Τον εξισώνουν σε όλα με τον Πατέρα, δεν τολμούν να ισχυριστούν ότι ο Ίδιος είπε ότι είναι ο «Θεός». Αλλά το συμπεραίνουν επειδή ονόμασε ο Ίδιος τον Εαυτό του Υιό του Θεού. Κρίνουν όπως οι αρχιερείς, οι γραμματείς (γνώστες του νόμου) και οι Φαρισαίοι, για τους οποίους γράφει η Βίβλος: Και δια τούτο εδίωκον τον Ιησούν οι Ιουδαίοι και εζήτουν αυτόν αποκτείναι, ότι ταύτα εποίει εν Σαββάτω… ότι ου μόνον έλυε το Σάββατον, αλλά και Πατέρα ίδιον έλεγε τον Θεόν, ίσον εαυτόν ποιών τω Θεώ (Ιωάν. 5,16-18).
Ο Χριστός δεν αμύνθηκε εναντίον αυτής της κατηγορίας διότι ήταν Υιός του Θεού και μάλιστα με έναν τρόπο όπως κανένας άλλος από τους Υιούς του Θεού ή τα Πνεύματα του Θεού. Δεν ήταν απλώς το Ανώτατο από τα Πνεύματα που δημιούργησε ο Θεός, αλλά ήταν το μοναδικό Πνεύμα του Οποίου το Ουράνιο Σώμα είχε εισέλθει στην ύπαρξη κατευθείαν από τον Θεό (μονογενής). Οι άλλοι Υιοί του Θεού είχαν λάβει μόνο την ύπαρξη του Πνεύματός τους από τον Θεό, ενώ χρωστούσαν τα Ουράνια Σώματα της Δημιουργίας τους στον Πρώτο Υιό του Θεού. Ο Χριστός λοιπόν δεν ήταν μόνο ο Πρωτογενής του Θεού, αλλά και ο μόνος του Οποίου όλη η ύπαρξη ήταν  Άμεση Δημιουργία του Θεού. Είναι μοναδικός. Ο Μονογενής του Πατέρα. Και για κάποιον άλλο λόγο έδινε ιδιαίτερη έννοια στην έκφραση Υιός του Θεού. Σ’ Αυτόν και μόνο είχε αναθέσει ο Θεός την Εξουσία της Δημιουργίας. Αντιθέτως ο Χριστός αμύνθηκε μέχρι τέλους ενάντια στον ισχυρισμό των Ιουδαίων ότι εξίσωνε τον Εαυτό Του με τον Θεό. Τόνιζε πάλι και πάλι ότι ο Ίδιος δεν είχε καμία δύναμη από μόνος του, και ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα μόνος. Όταν κάποιος δεν μπορεί να κάνει τίποτα από μόνος του, αυτή είναι η πιο αδιάσειστη απόδειξη ότι δεν μπορεί να είναι Θεός. Τόση λογική θα έπρεπε να την έχουν οι αρχιερείς και οι γραμματείς. Κατάλαβαν πολύ καλά τι εννοούσε ο Ιησούς με την έκφραση Υιός του Θεού. Αλλά δεν ήθελαν να το καταλάβουν φανερά. Διότι έψαχναν να βρουν ένα λόγο για να Τον σκοτώσουν. Και δεν μπορούσαν να βρουν κανέναν καλύτερο από το ότι ο Χριστός θεοποιούσε τον Εαυτό Του, με το να ονομάζεται Υιός του Θεού. Αυτόν τον φαινομενικό λόγο δεν ήθελαν πια να τον χάσουν με κανένα τρόπο. Γι’ αυτό και κάθε διδασκαλία από μέρους του Χριστού ήταν άσκοπη.
Είναι αλήθεια ότι ο Χριστός είχε όλες τις εξουσίες του Ουρανού και της γης. Μόνο που του τις είχε δώσει ο Θεός-Πατέρας. Ο Θεός μπορεί να δώσει την εξουσία σε οποιοδήποτε από τα δημιουργημένα Πνεύματα, όπως Εκείνος το θεωρεί Καλό. Γι’ αυτό και την εξουσία που έδωσε στον Χριστό θα μπορούσε να την δώσει σε άλλο Πνεύμα. Δεν έπρεπε απαραίτητα να είναι ο Πρώτος Του Υιός. Και τα μεγάλα θαύματα που έκανε ο Χριστός, θα μπορούσε να τα κάνει κάθε άλλος άνθρωπος, εάν ο Θεός του έδινε την δύναμη. Ο Ίδιος ο Χριστός λέει ότι δεν είναι ο μόνος που μπορεί να κάνει θαύματα. Κάθε άλλος μπορεί, αρκεί να πιστέψει. Αμήν, αμήν λέγω υμίν, ο πιστεύων εις εμέ, τα έργα ά εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει, και μείζονα τούτων ποιήσει (Ιωάν. 14,12). Να πιστέψεις στον Χριστό σημαίνει να πιστέψεις στον Θεό, όχι επειδή ο Χριστός είναι ο Θεός, αλλά επειδή η διδασκαλία Του είναι η Διδασκαλία του Θεού. Ότι εγώ εξ εμαυτού ουκ ελάλησα, αλλ’ ο πέμψας με Πατήρ, αυτός μοι εντολήν έδωκε τι είπω και τι λαλήσω (Ιωάν. 12,49).
Ανάμεσα στον Πατέρα και στον Χριστό κυριαρχεί η μεγάλη Ενότητα της Αγάπης. Κάθε δημιούργημα του Θεού μπορεί να φτάσει σ’ αυτή την Ενότητα με τον Πατέρα. Γι’ αυτήν παρακαλεί ο Χριστός τον Θεό για τους μαθητές Του: …ίνα ώσιν έν καθώς ημείς έν εσμέν, εγώ εν αυτοίς και συ εν εμοί, ίνα ώσι τετελειωμένοι εις έν, και ίνα γινώσκει ο κόσμος ότι συ με απέστειλας και ηγάπησας αυτούς καθώς εμέ ηγάπησας (Ιωάν. 17,22-23).
Βλέπε πόσο ανόητο είναι όταν η πρότερή σου Εκκλησία για να αποδείξει την θεότητα του Χριστού στηρίζεται στη φράση: «Εγώ και ο Πατήρ έν εσμέν» (Ιωάν. 10,30), εφόσον και οι πιστεύοντες θα φτάσουν στην ίδια ενότητα που έχει ο Υιός με τον Πατέρα. Αν μαζέψεις τα λόγια του Χριστού όπου παρουσιάζει την σχέση Του με τον Πατέρα Του, θα αντιληφθείς πόσο εγκληματικό είναι να ονομάζετε τον Χριστό Θεό, να Τον προσδιορίζετε σαν Δωρητή, την στιγμή που είναι μόνον ο Δωρισμένος και μπορεί να δώσει σε άλλους μόνον ό,τι έλαβε ο Ίδιος από τον Θεό. Την μεγάλη βλασφημία που έκαναν οι Ιουδαίοι ισχυριζόμενοι ότι ο Χριστός εξισώνει τον Εαυτό Του με τον Θεό, την επαναλαμβάνουν σήμερα όλοι όσοι κάνουν τον Χριστό Θεό, την στιγμή που ο Ίδιος ο Χριστός απόδιωξε μακριά κάθε ισότητα με τον Θεό.
Η διδασκαλία του Χριστού που αφορούσε το Άτομό Του, ήταν λοιπόν ότι τα είχε δεχτεί όλα από τον Πατέρα. Από μόνος Του δεν είχε τίποτα. Και δεν Του τα έδωσε όλα ο Πατέρας. Ορισμένα πράγματα τα κράτησε ο Πατέρας για τον Εαυτό Του. Στους υιούς του Ζεβεδαίου είπε ο Χριστός: Το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι, αλλ’ οίς ητοίμασται υπό του πατρός μου (Ματθ. 20,23).
Ούτε και την ημέρα της Κρίσεως γνωρίζει ο Υιός, αλλά μόνον ο Πατέρας. Περί δε της ημέρας εκείνης ή και της ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι οι εν ουρανώ, ουδέ ο υιός ει μη ο πατήρ (Μάρκ. 13,32). Περί δε της ημέρας εκείνης και ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ει μη ο πατήρ μόνος (Ματθ. 24,36).
Ο Χριστός επίσης δεν έλαβε από τον Θεό ούτε το δικαίωμα να αποφύγει τον μαρτυρικό θάνατο στον σταυρό. Γι’ αυτό και δεν εισακούστηκε η προσευχή Του στον κήπο της Γεθσημανή, όταν παρακάλεσε τον Πατέρα να αφήσει αυτό το ποτήρι να περάσει. Τόσο οι συγγενείς του Χριστού όσο και οι Απόστολοι και οι πιστεύοντες Τον αναγνώριζαν μόνο ως Προφήτη-Απεσταλμένο του Θεού. Η Μητέρα Του το ήξερε ότι ήταν η ανθρώπινη Ενσάρκωση ενός των Υιών του Θεού, από την προαναγγελία του άγγελου πριν από την Γέννησή Του. Αλλά ήξερε επίσης ότι ήταν Άνθρωπος με ανθρώπινες αδυναμίες. Δεν συμφωνούσε με τον τρόπο που κήρυττε στα πλήθη και με την Διδασκαλία Του. Γνώριζε πολύ καλά ότι οι πεποιθήσεις Του διέφεραν ουσιαστικά από την διδασκαλία της ιουδαϊκής θρησκείας. Το ότι δίδασκε όλα αυτά ανοιχτά στα πλήθη, την στενοχωρούσε πολύ. Είχε φανταστεί την Αποστολή Του τελείως διαφορετικά. Όταν άκουσε ότι ο Ιησούς μεταχειριζόταν στο κήρυγμά Του τόσο σκληρά λόγια εναντίον των θρησκευτικών αρχηγών του ιουδαϊκού λαού και ότι καταμαρτυρούσε τόσα πολλά στην παραδοσιακή θρησκεία για τα λάθη της, προσπάθησε να Τον εμποδίσει μαζί με τους άλλους της γιους. Θέλησε να Τον αναγκάσει να επιστρέψει στο πατρικό Του σπίτι. Πίστευε ότι έτσι θα μπορούσε να αποφύγει την αντίδραση που είχε δημιουργήσει το κήρυγμά Του στους ιερείς, τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους. Και ακούσαντες οι παρ’ αυτού εξήλθον κρατήσαι αυτόν˙ έλεγον γαρ ότι εξέστη’’ (Μάρκ. 3,21) και ‘’Ουδέ γαρ οι αδελφοί αυτού επίστευον εις αυτόν (Ιωάν. 7,5).
 Η στάση της Μητέρας Του και των αδελφών Του απέναντί Του είναι ανθρώπινα κατανοητή. Θεωρούσαν την διδασκαλία του Ιουδαϊσμού σωστή. Μ’ αυτήν είχαν μεγαλώσει, οι πρόγονοί τους είχαν ζήσει μ’ αυτήν και είχαν πεθάνει πιστεύοντάς την. Και τώρα έπρεπε ο ίδιος τους ο Υιός και Αδελφός να διακηρύττει ανοιχτά στα πλήθη ότι αυτή η θρησκεία ελάνθανε σε τόσα σημεία. Ήταν κάτι ανυπόφορο γι’ αυτούς τους απλούς και άπειρους ανθρώπους. Ό,τι τους έλεγε το ιερατείο, αποτελούσε γι’ αυτούς το μέτρο. Μεγάλο ρόλο όμως έπαιζε και ο φόβος των ανθρώπων. Όντας συγγενείς ενός Άνδρα που καταφερόταν εναντίον της θρησκείας των πατέρων Του, είχαν γίνει οι ίδιοι δακτυλοδεικτούμενοι. Δέχονταν συχνά για χάρη Του επιπλήξεις από τον επίτροπο της συναγωγής τους. Φοβούνταν οικονομική ζημία Ιδιαίτερα σκληρά ήταν τα νέα ότι η ανώτατη εκκλησιαστική ηγεσία αφόρισε τον Ιησού και απειλούσε να αφορίσει όλους όσοι Τον ακολουθούσαν και Τον αναγνώριζαν ως Μεσσία. «…Ήδη γαρ συνετέθειντο οι Ιουδαίοι ίνα, εάν τις αυτόν ομολογήση Χριστόν, αποσυνάγωγος γένηται» (Ιωάν. 9,22). Το ιουδαϊκό ιερατείο προειδοποίησε το λαό εναντίον του Ιησού και της διδασκαλίας Του. Μεταχειρίστηκε πλουσιοπάροχα το όπλο της συκοφαντίας. Τον ονόμασε ψευδοπροφήτη, ότι Βεελζεβούλ έχει, διαστρέφοντα το έθνος, φάγο και οινοπότη, τελωνών φίλο και αμαρτωλών. Δεν εδίστασε μπροστά σε τίποτα προκειμένου να Τον παραμερίσει, βλέποντας να απειλείται η επιρροή του στο λαό. Δεν μπορούσε να υποφέρει ότι τα πλήθη του λαού δέχονταν κάτι άλλο από αυτό που οι ίδιοι δίδασκαν ως θρησκευτική Αλήθεια. Ήθελαν οπωσδήποτε να τους υπακούει ο λαός. Ό,τι δεν πίστευαν οι ίδιοι δεν έπρεπε να το πιστεύει ούτε ο λαός, διαφορετικά τον καταριόνταν. «…μή τις εκ των αρχόντων επίστευσεν εις αυτόν, η εκ των Φαρισαίων; Αλλ’ ο όχλος ούτος ο μη γινώσκων τον νόμον επικατάρατοί εισι’’ (Ιωάν.7,48).
Μερικοί ιερείς όμως είχαν πιστέψει σ’ Αυτόν, αλλά δεν τολμούσαν να το παραδεχτούν δημόσια. «Όμως μέντοι και εκ των αρχόντων πολλοί επίστευσαν εις αυτόν, αλλά δια τους Φαρισαίους ουχ ωμολόγουν, ίνα μη αποσυνάγωγοι γένωνται˙ ηγάπησαν γαρ την δόξαν των ανθρώπων μάλλον ήπερ την δόξαν του Θεού» (Ιωάν. 12,42-43). Και οι ίδιοι οι Απόστολοι πλανήθηκαν πολλές φορές όσον αφορά τον Δάσκαλό τους. Φαντάζονταν διαφορετικά τον Μεσσία. Ούτε αυτοί γνώριζαν ότι στο πρόσωπο του Ιησού από την Ναζαρέτ είχε ενσαρκωθεί στην Γη ο Υιός του Θεού. Ώσπου μια μέρα το συνειδητοποί-ησαν με την ομολογία του Πέτρου: «…Συ ει ο Χριστός, ο υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ.16,16). Αλλά αυτή την πεποί-θηση δεν την απόκτησε ο Πέτρος ακούγοντας τα λόγια και βλέποντας τις πράξεις του Χριστού, ούτε το συμπέρανε μετά από ώριμη σκέψη. Του αποκαλύφθηκε, το εμπνεύστηκε από τον Θεό. «…Ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, αλλ’ ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς» (Ματθ.16,17). Οι προϋποθέσεις τώρα, και οι συνθήκες για την επικοινωνία με τον Κόσμο των Πνευμάτων, ήταν οι ίδιες και για Εκείνον όπως για κάθε άλλον άνθρωπο που έρχεται σε επικοινωνία με τα Πνεύματα. Το ότι ήταν ιδιαίτερα προικισμένος με διαμεσικές ικανότητες, αυτό ήταν φυσικό. Διότι ήταν η ενσάρκωση του Ανώτατου και Αγνότατου από τα δημιουργημένα Πνεύματα. Η εσωτερική συγκέντρωση και η ψυχική βύθιση ήταν αναπτυγμένες σε τέτοιο σημείο στον Χριστό, όπως δεν έχουν αναπτυχθεί ποτέ σε άνθρωπο. Επίσης ποτέ κανένα ανθρώπινο διάμεσο δεν είχε τόση αγνότητα στην σωματική του ακτινοβολία όπως ο Χριστός. Γι’ αυτό και σ’ Εκείνον υπήρχαν οι συνθήκες για μια επικοινωνία με τα Πνεύματα του Θεού σε  έκταση που ποτέ δεν υπήρξε για κανέναν άλλον άνθρωπο.
Ο Χριστός είχε να εκπληρώσει την μεγαλύτερη Αποστολή για την Βασιλεία του Θεού που δόθηκε ποτέ σε άνθρωπο. Γι’ αυτό ο Θεός έπρεπε να Του στείλει τα Πνεύματα σε όλη τους την πληρότητα, όχι μόνο πολλά σε αριθμό αλλά και σε δυνάμεις και ικανότητες. Σ’ Εκείνον έρχονταν Πνεύματα Δύναμης και Αντοχής για να ανανεώσουν τις δυνάμεις Του που είχαν φθαρεί παλεύοντας με τις δυνάμεις του κακού. Συχνά τον συνόδευαν Πνεύματα Ελπίδας, Χαράς και Ψυχικής Ειρήνης. Μετά πάλι Του παραστέκονταν Πνεύματα από τις στρατιές του Μιχαήλ για τον Αγώνα ενάντια στον Σατανά, όταν διέταζε τις λεγεώνες του να κάμψουν τον Ιησού και η ορμή της επίθεσης απειλούσε να καταβάλει κάθε ανθρώπινη ικανότητα αντίστασης. Έρχονταν Πνεύματα της Αλήθειας και της Γνώσης και εργάζονταν μαζί Του, όταν έπρεπε να διδαχθεί τον Λόγο του Θεού που θα κήρυττε στα πλήθη, ή όταν έπρεπε να λάβει κάποια εξήγηση για προσωπικές Του ερωτήσεις και καθήκοντα. Πνεύματα της Σοφίας Τού έδειχναν το σωστό δρόμο για να εκτελέσει ένα-ένα τα καθήκοντα της Αποστολής Του. Αλλά κι αυτό μόνο όταν είχε χρησιμοποιήσει τις δικές Του δυνάμεις πέρα για πέρα, δίχως να βρει το σωστό. Και για Εκείνον ίσχυε ό,τι ισχύει για κάθε άνθρωπο: «Προσπάθησε μόνος σου και θα σε βοηθήσει ο Θεός!» Χρησιμοποίησε πρώτα τις δικές σου δυνάμεις για να φτάσεις στον καλό σου σκοπό, και αν αυτές δεν αρκούν, τότε μόνο επεμβαίνει ο Θεός βοηθώντας με τον Κόσμο των Πνευμάτων Του. Ο Θεός δεν χαρίζει σε κανέναν το Καλό, μήτε την Νίκη του Καλού. Ζητά από τον καθένα να χρησιμοποιήσει πρώτα πλήρως τις δικές του, προσωπικές δυνάμεις. Και από τον Χριστό το ζήτησε αυτό. Όταν επρόκειτο για θεραπεία αρρώστων, ρχονταν και Τον εξυπηρετούσαν Πνεύματα Ίασης, εφόσον δεν έφταναν οι δικές Του φυσικές, θεραπευτικές δυνάμεις για να εξυγιάνουν την άρρωστη ακτινοβολία του πάσχοντα. Οι δικές Του, ιδιαίτερα μεγάλες, προσωπικές θεραπευτικές δυνάμεις, ήταν σε πάρα πολλές περιπτώσεις αρκετά δυνατές για να φέρουν από μόνες τους την θεραπεία, δίχως να χρειάζεται η δράση των Πνευμάτων Ίασης. Όμως ο Χριστός δεν θεράπευε όλους όσοι ήθελαν να θεραπευτούν. Σε μερικούς η αρρώστια είναι δοκιμασία που πρέπει να υποστούν για μικρό ή μεγαλύτερο διάστημα. Με το χάρισμα του οραματισμού και της διαίσθησης γνώριζε ο Χριστός σε κάθε περίπτωση αν έπρεπε ή όχι να θεραπευτεί ο άρρωστος. Επίσης προϋπόθεση σε κάθε θεραπεία ήταν η πίστη στον Θεό και στον Χριστό ως Απεσταλμένο του Θεού. Ούτε όλοι όσοι θεραπεύτηκαν έμειναν υγιείς. Μερικοί ξαναβρέθηκαν με την αρρώστια που είχαν μόλις επέστρεψαν σε παλιές συμπεριφορές. Διότι οι θεραπείες ήταν πρώτα απ’ όλα η απόδειξη της Αλήθειας των όσων διακήρυττε ο Χριστός. Για την έγερση των νεκρών θα πω κάτι που θα σας ξαφνιάσει πολύ. Σε όλες τις λεγόμενες εγέρσεις των νεκρών, τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όσο και σε αυτές που έγιναν από τον Χριστό, δεν επρόκειτο για ανθρώπους των οποίων το πνεύμα είχε ήδη περάσει στο Υπερπέραν. Ένας πραγματικά νεκρός δεν μπορεί να ξαναπεράσει από το Υπερπέραν εδώ. Το πνεύμα δεν μπορεί να ξαναπάρει το κορμί που άφησε με τον γήινο θάνατο. Αυτός είναι ένας Νόμος του Θεού και δεν σηκώνει καμία εξαίρεση. Μόλις ένα πνεύμα βρεθεί στο Υπερπέραν, έκλεισε οριστικά ο δρόμος της επίγειας ζωής του. Η μοίρα του στον εδώ κόσμο είναι αποφασισμένη πλέον αμετάκλητα. Μπορεί να ξαναγίνει άνθρωπος αργότερα, μόνο με νέα γέννηση. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου ο Χριστός ξύπνησε ανθρώπους πίσω στη ζωή, επρόκειτο για πνεύματα που ναι μεν είχαν λυθεί από το σώμα τους, αλλά παρέμεναν όμως συνδεδεμένα με το υλικό τους σώμα με μια λεπτότατη αδύναμη κορδέλα ακτινοβολίας. Αυτή η κορδέλα ήταν τόσο αδύναμη, ώστε το πνεύμα να μην μπορεί να ξαναγυρίσει πίσω στο σώμα, ούτε με τις δικές του δυνάμεις ούτε με τις προσπάθειες αναζωογόνησης των άλλων, και επομένως σύντομα θα επέρχονταν ο πραγματικός θάνατος με το κόψιμο αυτής της κορδέλας. Στον Λάζαρο αυτή η κορδέλα ακτινοβολίας ήταν τόσο αδύνατη ώστε να μην μπορεί το σώμα του να πάρει ούτε καν την απαιτούμενη δύναμη για να εμποδίσει την αποσύνθεση. Δηλαδή ούτε η αποσύνθεση ούτε οι λεκέδες που εμφανίζονται στο λείψανο είναι αλάνθαστα σημάδια του πραγματικού θανάτου. Το ότι επρόκειτο μόνο για νεκροφάνεια το λέει καθαρά ο Χριστός, όταν φώναξε την κόρη του Ιάειρου πίσω στη ζωή: «Τι θορυβείσθε και κλαίετε, το παιδίον ουκ απέθανεν αλλά καθεύδει» (Μάρκ. 5,39 και Ματθ. 9,24). Εσείς εξηγείτε αυτά τα λόγια ως αστείο. Ο Χριστός δεν έκανε τέτοια αστεία όταν επρόκειτο να αποδείξει τη θεϊκή Του Αποστολή στα πλήθη. Και στην περίπτωση του Λαζάρου επίσης υποδεικνύει στους Αποστόλους Του ότι δεν πρόκειται για πραγματικό θάνατο. Διότι μαθαίνοντας για την αρρώστια του τους λέει: «Αύτη η ασθένεια ουκ έστιν προς θάνατον, αλλ’ υπέρ της δόξης του Θεού» (Ιωάν. 11,4). Και όταν ο Λάζαρος ήταν νεκρός σύμφωνα με τα ανθρώπινα μέτρα, πάλι τους λέει ο Χριστός: «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται˙ αλλά πορεύομαι ίνα ξυπνήσω αυτόν». Επειδή όμως οι Απόστολοι δεν Τον κατάλαβαν σωστά, και επειδή έμοιαζε άσκοπο να τους εξηγήσει κάτι που δεν θα κατανοούσαν, είπε: «Λάζαρος απέθανε» (Ιωάν. 11,11 και14). Έτσι ναι μεν δεν μεταχειρίστηκε την σωστή έκφραση για την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Λάζαρος, αλλά ήταν η μόνη με την οποία μπορούσε να γίνει κατανοητός. Διότι εκείνη την ώρα ο Λάζαρος βρισκόταν κιόλας στον τάφο, και οι άνθρωποι τον λογάριαζαν ανάμεσα στους νεκρούς. Αν επρόκειτο για τον αληθινό θάνατο, τότε δεν θα είχε πει πριν από λίγες μέρες ο Χριστός ότι η αρρώστια του δεν ήταν προς θάνατο, ούτε θα έλεγε ο φίλος ημών κεκοίμηται. Και τις δυο φορές ο Χριστός έλεγε την αλήθεια, διότι πράγματι δεν επρόκειτο για τετελεσμένο θάνατο. Όλα αυτά όμως δεν ελαττώνουν την πράξη της έγερσης. Διότι δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί με ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά μόνο με την Δύναμη του Θεού. Έτσι συνέβη σε όλες τις εγέρσεις των νεκρών του Χριστού. Οι ανθρώπινες δυνάμεις εδώ δεν θα επαρκούσαν ποτέ. Επενέβησαν τα Πνεύματα του Θεού. Εκπλήρωσαν όλα όσα χρειάζονταν για να επιστρέψει το πνεύμα στο σώμα του. Ο Χριστός είδε οραματικά την εργασία του Κόσμου των Πνευμάτων και με το κάλεσμά Του εισήλθε πάλι το Πνεύμα του Λαζάρου στο σώμα του και αναστήθηκε. Εσείς οι άνθρωποι δεν σκέφτεστε ότι αυτά τα συμβάντα ακολουθούν Νόμους του Θεού. Αυτό δεν ισχύει μόνο για την έγερση των νεκρών, αλλά για όλες τις θαυμάσιες πράξεις του Ιησού. Όταν μετέτρεψε το νερό σε κρασί ήταν επίσης ο Κόσμος των Πνευμάτων του Θεού που το έκανε. Γι’ αυτό και ο Χριστός δεν μπόρεσε να κάνει την μετατροπή την ώρα που Του το ζήτησε η Μητέρα Του. «Ούπω ήκει η ώρα μου». Δηλαδή η ώρα Tου δεν είχε έρθει ακόμη, διότι η απαιτούμενη εργασία του Κόσμου των Πνευμάτων δεν είχε ολοκληρωθεί. Διότι και η εργασία των Πνευμάτων απαιτεί χρόνο. Καθώς δεν γνωρίζετε την όλη διαδικασία, γι’ αυτό και δεν καταλαβαίνετε την έννοια μερικών λόγων που αναφέρει η Βίβλος, και μη καταλαβαίνοντας, τους μεταφράζετε λάθος. Έτσι και η αναφορά της έγερσης του Λαζάρου έχει μια φράση που σας είναι ακατανόητη και συχνά μεταφράζεται λανθασμένα. Το κείμενο γράφει: «Ιησούς ουν ως είδεν αυτήν κλαίουσαν και τους συνελθόντας αυτή Ιουδαίους κλαίοντας, ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν» (Ιωάν. 11,33). Η έννοια εδώ είναι ότι τον κατέλαβε ένα ρίγος και ένιωσε να Τον ταράζουν. Ένιωσε, δηλαδή, ένα τράνταγμα. Διότι όταν σας πλησιάζουν Πνεύματα και επιτρέπουν να επιδράσει επάνω σας η ακτινοβολία τους, τότε εσείς νιώθετε ένα ρίγος να σας διαπερνάει και να σας τινάζει, να σας τραντάζει. Πρόκειται για ένα ρίγος που το νιώθετε ότι σας κάνει καλό, όταν πρόκειται για αγαθά Πνευματικά Όντα που επιδρούν επάνω σας, και για ένα δυσάρεστο συναίσθημα όταν πρόκειται για χαμηλά όντα. Ένα τέτοιο ρίγος διαπέρασε τον Ιησού. Ήταν η πολύ δυνατή ενεργειακή ακτινοβολία των Πνευμάτων που Τον περιτριγύριζαν διοχετεύοντάς Του την ενέργεια με την οποία έδρασε πάνω στον νεκροφανή, φωνάζοντάς του: Λάζαρε δεύρο έξω! 
Τέτοιες εγέρσεις νεκρών ο Χριστός μπορούσε να τις κάνει μόνον όταν μάθαινε από αγγέλους του Θεού ότι αυτή ήταν η Θέληση του Θεού. Διότι όλα τα σημεία που αποδείκνυαν την Δύναμη του Θεού γίνονταν μόνον όταν εξυπηρετούσαν την διάδοση της Βασιλείας Του ή την επιβεβαίωση του Απεσταλμένου Του και της Διδασκαλίας Του. Ο Χριστός δεν μίλησε ποτέ στα πλήθη για την επικοινωνία Του με τον Κόσμο των Πνευμάτων του Θεού. Την ανέφερε μόνον όταν δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Έτσι και στους Ιουδαίους που Τον κατηγορούσαν ότι διώχνει τα δαιμόνια από τους τρελούς με την βοήθεια του κακού, απάντησε ότι διώχνει τα κακά πνεύματα με ένα Πνεύμα του Θεού. ‘Ει δε εγώ εν Πνεύματι Θεού εκβάλλω τα δαιμόνια, άρα έφθασεν εφ’ υμάς η Βασιλεία του Θεού» (Ματθ. 12,28). Επίσης ο Χριστός γνώριζε την ώρα και τον τόπο για την επικοινωνία Του με τα Πνεύματα έτσι ώστε οι συνθήκες να είναι όσο το δυνατόν καλύτερες. Εκείνος που προέτρεπε τους οπαδούς Του να αποτραβιούνται για να προσευχηθούν στο ταμείον (δωμάτιο στο εσωτερικό του σπιτιού) όπου είχε ησυχία, πήγαινε ο Ίδιος σε δασωμένα υψώματα τις δροσερές βραδινές και νυχτερινές ώρες. Διότι το φως, η ζέστη και ο θόρυβος της ημέρας εμποδίζουν τη διαμόρφωση της απαραίτητης ακτινοβολίας για την επικοινωνία με τα Πνεύματα. Γι’ αυτό διάλεγε τη μοναξιά του δάσους ή των κήπων και το σκοτάδι και την δροσιά της νύχτας. Όλα όσα προφήτεψε ο Χριστός για το μέλλον, τα γνώριζε μόνο από την επικοινωνία Του με τα Πνεύματα που Του έστελνε ο Πατέρας Του. Εσείς συνηθίσατε ως τώρα να θεωρείτε τα θαύματα και τις προφητείες του Ιησού ως αποδείξεις για την Θεότητά Του. Βγάζετε όμως ένα εντελώς λανθασμένο συμπέρασμα. Μπερδεύετε τον πράττοντα με το εργαλείο του. Ο Πράττων είναι ο Θεός. Ορατό εργαλείο της δράσης Του μπορεί να είναι κάθε ον, ενώ τα αόρατα εργαλεία είναι τα Πνεύματα που μπαίνουν στην διάθεση του αναφερόμενου όντος. Αν ήθελες μονάχα να συλλογιστείς λίγο, θα έπρεπε να το δεις μόνος σου. Όταν διακήρυττες την θεότητα του Χριστού και ζητούσες να την αποδείξεις με τα θαύματά Του και τις προφητείες Του, δεν σου πέρασε ποτέ από το μυαλό να κάνεις μία σύγκριση με προηγούμενους Απεσταλμένους του Θεού; Δεν έκαναν κι εκείνοι παρόμοια σημεία και θαύματαόπως ο Χριστός; Μήπως τα θαύματα του Μωυσή ήταν μικρότερα από τα θαύματα του Ιησού; Η μεταμόρφωση της ράβδου σε φίδι, των υδάτων σε αίμα, ο θάνατος των Αιγυπτίων πρωτότοκων, η διάσχιση της Ερυθράς θάλασσας, τα νερά που εκπήγασαν από την πέτρα που χτύπησε με το ραβδί του, μήπως όλα αυτά ήταν μικρότερα από την μετατροπή του νερού σε κρασί, από το βάδισμα πάνω στα νερά, ή την κατασίγαση της θύελλας; Αν ζητάτε να βρείτε μέσα στην δράση του Ιησού απόδειξη για την θεότητά Του, τότε θα έπρεπε να θεοποιήσετε και τον Μωυσή. Αλλά μήπως δεν θεραπεύτηκαν άρρωστοι και δεν εγέρθηκαν νεκροί από πολλούς ανθρώπους που ήταν επίσης εργαλεία του Θεού; Τότε θα έπρεπε όλοι να είναι θεοί. Τότε θα ήταν θεός και ο Ιησούς του Ναυή, και ο Ηλίας, και ο Ελισαιέ, και οι άλλοι μεγάλοι Προφήτες του Θεού. Το ίδιο και οι Απόστολοι που έκαναν τα ίδια σημεία και θαύματα όπως ο Χριστός, και που σύμφωνα με τα λόγια Του θα έπρεπε να κάνουν μείζονα. Δεν μπορείτε να βρείτε θαύματα του Ιησού που να μην έχουν γίνει όμοια ή παρόμοια από άλλους ανθρώπους, Απεσταλμένους του Θεού. Παραγνωρίζετε πέρα για πέρα τον σκοπό που επιδίωκαν τα θαύματα των Απεσταλμένων του Θεού ακολουθώντας τα Σχέδιά Του. Δεν σκεφτόσαστε ότι, ο Θεός με τέτοιες ασυνήθιστες πράξεις, πρέπει πρώτα να αποδείξει στους ανθρώπους ότι τα ανθρώπινα Εργαλεία Του προέρχονται πράγματι από Εκείνον πριν να απαιτήσει απ’ αυτούς να τα πιστέψουν; Όλοι οι Απεσταλμένοι του Θεού εκπληρώνοντας την Εντολή που είχαν λάβει, χρειάστηκε να τραβήξουν πολλά από τους ανθρώπους. Όλοι είχαν έναν πικρό δρόμο να κάνουν. Ήταν οι Εντολοδόχοι στους οποίους έλαμπε το Φως και η Αλήθεια του Θεού. Αλλά οι εξόριστοι στο σκότος άνθρωποι δεν μπορούσαν να αντέξουν το Φως. Παραήταν φωτεινό για τα άρρωστα από τις αμαρτίες μάτια τους. Γύρισαν την πλάτη τους στο Φως και προσπάθησαν να καταστρέψουν τα ανθρώπινα σκηνώματα που υπηρετούσαν σαν λαμπάδες το Φως του Θεού. Έτσι ήταν όλες τις εποχές. Έτσι είναι και σήμερα, και έτσι θα παραμείνει όσο θα υπάρχουν αρρωστημένα από τις αμαρτίες ανθρώπινα μάτια που υποφέρουν όταν τους φανερώνεται το Φως της Αλήθειας. Οι δυνάμεις του κακού και οι άνθρωποι που κρατάει σκλάβους του, μισούν το Φως και τους Φορείς του Φωτός, και κάνουν ό,τι μπορούν για να τους αφανίσουν. Πόσο τρομερή θα πρέπει να ήταν η λύσσα εναντίον του μεγαλύτερου Φορέα του Φωτός που ήρθε ποτέ στη γη από μέρους του κακού, στην προσπάθειά του να Τον αχρηστέψει! Πόσο πικρός θα πρέπει να ήταν ο δρόμος που χρειάστηκε να διασχίσει ο Χριστός! Ό,τι υπέφερε εσωτερικά ο Χριστός από τις επιθέσεις του κακού δεν γινόταν φανερό στα μάτια των ανθρώπων. Γι’ αυτό και η Βίβλος δεν αναφέρει τίποτα σχετικό. Διηγείται μόνο την ιστορία του πειρασμού του Ιησού στην έρημο, πράγμα που δεν λέει πολλά. Και όμως ήταν τόσο φοβερές αυτές οι επιθέσεις του Σατανά ώστε όλοι οι προηγούμενοι Απεσταλμένοι του Θεού θα είχαν πέσει, εάν είχε επιτρέψει ο Θεός στις δυνάμεις του κακού να τους επιτεθεί με την ίδια ένταση, όπως επέτρεψε στην περίπτωση του Ιησού. Αλλά και τα σωματικά μαρτύρια που υπέφερε μέχρι την τελευταία Του αναπνοή στο σταυρό ήταν τέτοια που δεν θα μπορούσαν να τα είχαν αντέξει οι άλλοι Απεσταλμένοι του Θεού, κυρίως επειδή ήταν συγχρόνως με τα ψυχικά μαρτύρια. Βέβαια, για τον Χριστό ο δρόμος των Παθών Του είχε ουσιαστικά πολύ ανώτερη σημασία από ό,τι ο δρόμος των άλλων προφητών. Για κείνους το τέλος της ανθρώπινης ζωής τους σήμαινε και την εκπλήρωση της Αποστολής τους, εφόσον παρέμεναν πιστοί στον Θεό. Για τον Χριστό όμως τα ανθρώπινα Πάθη Του ήταν μόνο η εκπλήρωση ενός τμήματος της Αποστολής Του. Το κυριότερο μέρος της Αποστολής έπρεπε να το εκπληρώσει μετά τον γήινο θάνατο, ως Πνεύμα, νικώντας τις δυνάμεις του σκότους. Ο θάνατός Του στον σταυρό ήταν μονάχα η προϋπόθεση γι’ αυτή την νίκη. Και μάλιστα όχι ο ίδιος ο θάνατος στο σταυρό, αλλά το πέρασμα από τον θάνατο στον σταυρό δίχως πτώση από τον Θεό. Διότι ο Χριστός θα μπορούσε την τελευταία στιγμή, ήδη κρεμασμένος στο σταυρό να απελπιστεί με τον Θεό και να τον εγκαταλείψει. Τότε θα πέθαινε μεν στο σταυρό αλλά ως πεπτωκός από τον Θεό. Ως τότε βρισκόταν σε αμυντική θέση απέναντι στο φοβερό πανδαιμόνιο των επιθέσεων της κόλασης. Αν ο Χριστός είχε υποκύψει σ’ εκείνες τις επιθέσεις, τότε θα είχαν τελειώσει όλα. Θα είχε αποτύχει το Σχέδιο της Σωτηρίας, και ο Χριστός θα ήταν σκλάβος του πρίγκιπα του σκότους. Εφόσον ο Χριστός δεν μπόρεσε ως άνθρωπος να νικηθεί μήτε με τις ψυχικές επιθέσεις μήτε με τα φοβερά σωματικά μαρτύρια από τις δυνάμεις της κόλασης, την στιγμή του γήινου θανάτου του Ιησού άρχισε το δεύτερο μέρος της μάχης για την Λύτρωση. Αυτός που ως άνθρωπος κράτησε αμυντική στάση απέναντι στις δυνάμεις της κόλασης, πέρασε τώρα ως Πνεύμα στην επίθεση εναντίον τους για να κερδίσει την τελική νίκη. Κατέβηκε για την αποφασιστική μάχη στην κόλαση. Κατελθών εις τον Άδην.  
Θα ήθελα όμως να ξαναπεράσουμε μαζί τις ώρες του ανθρώπινου μαρτυρίου του Χριστού, που εσείς ονομάζετε Πάθη. Εσείς οι άνθρωποι εκτιμάτε πολύ λίγο τον απερίγραπτο πόνο που έπρεπε να υποφέρει για να σας λυτρώσει αυτός ο Θεόσταλτος Σταυροφόρος. Το βράδυ πριν από τον θάνατό Του βρέθηκε με τους μαθητές Του στο δείπνο. Το πασχαλινό γεύμα μαζί τους ήταν συγχρόνως το αποχαιρετιστήριο γεύμα. Αλλά ποιος μπορεί να μετρήσει και να συμμεριστεί τον ψυχικό πόνο που Τον τάραζε; Γνώριζε από τους αγγέλους του Θεού ότι είχαν τελειώσει πια όλες οι προετοιμασίες για την σύλληψή Του, και την βιαστική θανατική Του καταδίκη και εκτέλεση. Γνώριζε ότι ένας από τους μαθητές Του είχε συνεννοηθεί με τους αρχιερείς και είχε δεχτεί ως αμοιβή τριάντα αργυρίων για να προδώσει τον Δάσκαλό του και να τους Τον παραδώσει. Και αυτός ο προδότης βρισκόταν εκείνη την στιγμή ξαπλωμένος μαζί Του στο ίδιο τραπέζι. Διότι δεν κάθονταν, όπως νομίζετε, σε ένα μακρύ τραπέζι, αλλά ήταν ξαπλωμένοι πάνω σε προβιές ζώων στο πάτωμα, των οποίων το ένα μέρος ήταν ανασηκωμένο με ένα μαξιλάρι. Τρεις-τρεις οι μαθητές και ο Ιησούς, στηρίζονταν σε μικρά χαμηλά τραπεζάκια με τον ένα βραχίονα πάνω στο μαξιλάρι και με το άλλο χέρι έτρωγαν το φαγητό που βρισκόταν μπροστά τους. Στο ίδιο τραπέζι με τον Χριστό βρισκόταν ο Ιωάννης και ο Ιούδας. Ο Ιωάννης από τ’ αριστερά Του με το κεφάλι κοντά στο στήθος του Διδάσκαλου, και από την άλλη πλευρά ο Ιούδας. Ετούτος δεν τολμούσε να σηκώσει τα μάτια στον Διδάσκαλο και αναζητούσε την ώρα που θα έβρισκε την ευκαιρία να φύγει απαρατήρητος. Μαχαιριές διαπερνούσαν την καρδιά του Διδάσκαλου καθώς έβλεπε μπροστά Του αυτόν τον μαθητή, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τον τραγικό θάνατο που Τον περίμενε. Καλόν ην αυτώ ει ουκ εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος (Μάρκ. 14,21). Τα μάτια του Ιησού γέμιζαν δάκρυα καθώς ήταν αναγκασμένος να τον βλέπει πάλι και πάλι. Διότι τον αγαπούσε και αυτόν τον χαμένο Του αδελφό. Μπροστά στα πνευματικά Του μάτια εμφανιζόταν η εικόνα που θα γινόταν πραγματικότητα μετά από λίγες ώρες: ο Ιούδας αναγνωρίζοντας το έγκλημά του με την απελπισία στην καρδιά και το σχοινί στο χέρι, να στέκεται μπρος από το δέντρο όπου κρεμάστηκε, και δίπλα του ο Εωσφόρος έτοιμος να πάρει μαζί του στην άβυσσο αυτόν που παραπλάνησε. Ο Διδάσκαλος αναρρίγησε από φρίκη μπροστά σ’ αυτή την εικόνα. Και οι άλλοι Απόστολοι; Θα Του παρασταθούν, θα Τον παρηγορήσουν, θα Τον βοηθήσουν στις δύσκολες ώρες του μαρτυρίου Του; Είδε να ξετυλίγεται σαν ταινία μπροστά στα πνευματικά Του μάτια αυτό που θα περνούσε τις επόμενες δώδεκα ώρες. Τους είδε να φεύγουν όλοι από κοντά Του φοβούμενοι για τη δική Τους ζωή, είδε έναν Πέτρο να στέκει τρέμοντας μπροστά σε μια θυρωρό και να αρνείται ορκιζόμενος την επαφή του με τον Διδάσκαλό του. Είδε τους δαίμονες να σπρώχνονται στην πόρτα της αίθουσας για να παραλάβουν τους μαθητές Του μόλις θα έβγαιναν έξω, και να τους παραπλανήσουν εκείνη την νύχτα ως προς τον Διδάσκαλό τους, για να μην μπορέσουν να Τον υποστηρίξουν και να Τον βοηθήσουν. Ιδού ο Σατανάς εξητήσατο υμάς του σινιάσαι ως τον σίτον (Λουκ.22,31). Γιατί το ζήτησε αυτό ο Σατανάς; Μόλις τώρα μάθαινε ο Εωσφόρος, από μιαν Αποκάλυψη που του έκανε ο Θεός, τι παιζόταν σ’ αυτή την αποφασιστική μάχη. Η δικαιοσύνη του Θεού τού το χρωστούσε. Να μην τον αφήσει πια να αγνοεί ότι από την έκβαση της μάχης που θ’ άρχιζε τώρα ανάμεσα σ’ αυτόν και τον Χριστό, θα εξαρτιόνταν τα δικαιώματα της κυριαρχίας της κόλασης πάνω στα πεπτωκότα πνεύματα. Έτσι ο Θεός του αποκάλυψε ότι αν ο Χριστός παρέμενε σταθερός μέχρι τέλους στα μαρτύρια του θανάτου που θ’ άρχιζαν τώρα, θα περνούσε στη συνέχεια ως Πνεύμα στην επίθεση εναντίον της κόλασης με τις Λεγεώνες του Ουρανού, και θα τον νικούσε -εκείνον, τον πρίγκιπα της κόλασης- και θα του αφαιρούσε ένα ουσιαστικό μέρος από τα κυριαρχικά του δικαιώματα. Ο Σατανάς ταράχτηκε με τα νέα αυτά. Και τώρα ζήτησε από την ίδια Δικαιοσύνη του Θεού, που άλλοτε του είχε παραχωρήσει απεριόριστα δικαιώματα πάνω στα πεπτωκότα πνεύματα, γι’ αυτή την αποφασιστική μάχη, απόλυτη ουδετερότητα από μέρους του Θεού. Ο Θεός έπρεπε να τραβήξει το Χέρι Του από τον Ιησού και να μην επιτρέψει επίσης καμία ανθρώπινη βοήθεια. Από την άλλη πλευρά δε, να αφήσει στην κόλαση πλήρη ελευθερία κινήσεων. Αν του εκπλήρωνε ο Θεός αυτή του την απαίτηση, τότε έλπιζε ο Εωσφόρος ότι βάζοντας μπρος όλες του τις δυνάμεις, θα κατόρθωνε την τελευταία στιγμή να τσακίσει αυτόν τον Ιησού από τη Ναζαρέτ και να Τον σπρώξει στην απελπισία. Ο Θεός εκπλήρωσε την απαίτηση του Σατανά με μια εξαίρεση. Κράτησε το δικαίωμα να δυναμώσει την καθαρά σωματική ζωτική δύναμη του Ιησού. Διότι χωρίς αυτήν ο Χριστός θα είχε πεθάνει ήδη στον κήπο της Γεθσημανή δίχως να ολοκληρώσει την μαρτυρική Του μοίρα. Όλοι οι ψυχικοί και σωματικοί πόνοι της γης έπρεπε, σύμφωνα με την απαίτηση του Εωσφόρου, να πέσουν πάνω στον Αντίπαλό του, στριμωγμένοι μέσα σε λίγες ώρες και συγχρόνως να επιτραπεί στην κόλαση να ριχτεί επάνω Του και πάνω στους πιστούς Του με όλη της την δύναμη. Έτσι ετοιμαζόταν στον έρημο πια Ιησού, προδομένο από τους μαθητές Του, εγκαταλελειμμένο από όλους και παραδομένο στα χέρια της κόλασης δίχως βοήθεια από τον Θεό, το τέλος ενός Ιούδα. Όπως ο Χριστός επιβεβαιώθηκε με την Δύναμη του Θεού ως Απεσταλμένος Του όσο ζούσε, έτσι επιβεβαιώ-θηκε και μετά το θάνατό Του. Ο ήλιος σκοτείνιασε για τρεις ώρες. Δεν επρόκειτo για φυσική έκλειψη. Το σκοτείνιασμα το προκάλεσε η Δύναμη του Θεού. Και την στιγμή που ο Χριστός παρέδωσε το Πνεύμα, σκίστηκε το καταπέτασμα του Ναού δείχνοντας ότι γκρεμίστηκε με τον θάνατό Του το χώρισμα ανάμεσα στην Βασιλεία του Θεού και το βασίλειο του Σατανά. Η γη σείστηκε κι έσπασαν βράχοι. Αλλά αυτό που αναφέρει η Βίβλος σας στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, ότι βγήκαν οι νεκροί από τους τάφους και εμφανίστηκαν σε πολλούς στην Ιερουσαλήμ είναι παραποίηση του αρχικού κειμένου. «Και ιδού το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω, και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν, και τα μνημεία ανεώχθησαν και πολλά σώματα των κεκοιμημένων ερρίφθη εκ των μνημείων, και οι εξελθόντες εκ της πόλεως εώρακαν αυτά». Αυτό είναι το σωστό κείμενο και αναφέρει ένα εντελώς φυσικό γεγονός. Με την σεισμική δόνηση έσπασαν οι βράχοι στους οποίους είχαν λαξευτεί τάφοι και τα πτώματα βγήκαν έξω. Επειδή είχε βγει από την πόλη πολύς λαός για να δει την σταύρωση, όσοι πέρασαν από τους λαξευμένους τάφους είδαν τα πτώματα που είχαν πεταχτεί έξω από το σεισμό. Εδώ υπάρχει ακόμα ένα παράδειγμα σκόπιμης παραποίησης των Αγίων Κειμένων. Έφτιαξαν λανθασμένη διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία θα ανασταίνονταν αργότερα και τα γήινα, υλικά σώματα των ανθρώπων. Για να εδραιώσουν αυτή την διδασκαλία στη Βίβλο, παραποίησαν εκτός από άλλα σημεία και τούτο, κάνοντας τις εξής αλλαγές: αντί τα σώματα των κεκοιμημένων ερρίφθη, έγραψαν τα σώματα των κεκοιμημένων αγίων ηγέρθη. Την λέξη αγίων έπρεπε να την προσθέσουν για να μη μπορεί να πει κανείς ότι αναστήθηκαν και σώματα μη αγίων με τον θάνατο του Χριστού. Σ’ αυτό το σημείο όμως υπήρχε ένα μεγαλύτερο πρόβλημα. Σύμφωνα με το δόγμα της Εκκλησίας, δεν ήταν δυνατόν να αναστηθούν σώματα νεκρών πριν αναστηθεί ακόμη ο Χριστός. Διότι ο Χριστός ήταν ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς. Γι’ αυτό πρόσθεσαν: «Μετά την έγερσιν αυτού εισήλθον εις την αγίαν πόλιν και ενεφανίσθησαν πολλοίς». Δεν σκέφτηκαν ότι το κείμενο αναφέρει ρητά ότι ήταν Παρασκευή (Ματθ. 27,52-53) όταν τινάχτηκαν τα πτώματα από τους τάφους, δηλαδή τρεις μέρες πριν από την Ανάσταση του Χριστού. Αλλά πού παρέμεναν τα σώματα που αναστήθηκαν ήδη από την Παρασκευή; Και πού πήγαν μετά την Κυριακή; Ξαναγύρισαν στους τάφους ή τι έγιναν; Παράξενο που και οι άλλοι Ευαγγελιστές δεν αναφέρουν τίποτα για την ανάσταση των νεκρών της Παρασκευής. Αλλά στην πραγματικότητα ούτε ο Ματθαίος έγραψε τίποτα τέτοιο, όπως φαίνεται με την διόρθωση που δόθηκε. Ο Χριστός είχε πεθάνει. Με τον γήινο θάνατο το Πνεύμα Του αποχωρίστηκε το υλικό Του περίβλημα. Παρέμεινε σταθερός ως Άνθρωπος σε όλες τις επιθέσεις της κόλασης. Έτσι εκπληρώθηκε το πρώτο και κύριο μέρος της Αποστολής του Μεσσία. Δεν νικήθηκε από την κόλαση. Αλλά έτσι δεν είχε ακόμα νικήσει τον εχθρό στον οποίο είχε αντισταθεί. Διότι όταν δύο παλεύουν και ο ένας κρατά αμυντική θέση στις επιθέσεις του άλλου, αυτό δεν σημαίνει ότι νίκησε. Για να νικήσει πρέπει να επιτεθεί ο ίδιος και να ρίξει τον άλλον, ώστε ο άλλος να παραδεχτεί την ήττα του.
Έτσι συνέβη και με τον Χριστό. Ως Άνθρωπος απέκρουσε όλες τις επιθέσεις του ισχυρού Του εχθρού. Ως Άνθρωπος δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο. Τώρα όμως, ελεύθερος από το γήινο υλικό Του σώμα, ως Πνεύμα μπορούσε να περάσει στην επίθεση ενάντια στον εχθρό, τον πρίγκιπα του ερέβους. Κατέβηκε στον Άδη, στην κόλαση, εμπιστευόμενος την Δύναμη του Θεού που είχε κερδίσει με το να παραμείνει σταθερός στην πίστη Του στον Θεό όσο ήταν άνθρωπος, η οποία Δύναμη υπερνικά τα πάντα. Ο Θεός τώρα Του έστειλε συμμάχους τις Λεγεώνες του Ουρανού. Άρχισε μια μάχη όμοια μ’ εκείνη που είχε γίνει την ημέρα της μεγάλης επανάστασης στην Πνευματική Βασιλεία του Θεού, όταν ο Εωσφόρος με τους οπαδούς του πολέμησαν με τις Λεγεώνες του Ουρανού. Ετούτη η μάχη έγινε μέσα στο βασίλειο του Σατανά. Έγινε μια μονομαχία ανάμεσα στον Χριστό και τον Εωσφόρο, και ένας πόλεμος ανάμεσα στις Λεγεώνες του Ουρανού και τις δυνάμεις του σκότους. Αυτή η σφοδρή πάλη συνεχίστηκε μέχρι τις βαθύτερες σφαίρες του Άδη, όπου αναγκάστηκε να υποχωρήσει ο Εωσφόρος και οι οπαδοί του. Όταν πια ήταν φανερή η ήττα των δυνάμεων της κόλασης, πολλοί υπήκοοί της που είχαν μετανιώσει για την πτώση τους, πέρασαν στη μεριά των Ουράνιων Στρατιών πολεμώντας μαζί τους ενάντια στους μέχρι τώρα τυράννους τους. Ο αριθμός  εκείνων που αυτομολούσαν στην άλλη μεριά, μεγάλωνε κάθε στιγμή. Όταν ο Εωσφόρος είδε ότι είχε χάσει τα πάντα, ικέτευσε οίκτο. Αυτός που πρόσφερε κάποτε στην έρημο όλα τα βασίλεια της γης πειράζοντας τον Υιό του Θεού, στεκόταν τρέμοντας μπροστά σ’ Εκείνον που κάποτε ζητούσε να Του στερήσει την πίστη στη θεία Πατρότητα. Τώρα έτρεμε με την ιδέα ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος θα του αφαιρούσε όλη του την εξουσία και ότι έφτασε η στιγμή όπου θα φυλακιζόταν με τους οπαδούς του στα βάθη του σκότους. Διότι εγνώριζε την προφητεία ότι θα έρθει ο καιρός όπου ο πρίγκιπας του βασιλείου των νεκρών και οι δυνάμεις της κόλασης θα ριχτούν στα βάθη, καταδικασμένες σε πλήρη αδράνεια, στερούμενες την εξουσία πάνω στα πεπτωκότα δημιουργή-ματα του Θεού. Ο Χριστός όμως του γνωστοποίησε ότι τα δικαιώματά του δεν θα του αφαιρούνταν τελείως, μονάχα θα περιοριζόταν στους ομόφρονές του. Θα ήταν όμως στο εξής αναγκασμένος ν’ αφήσει ελεύθερους όσους ήθελαν να επιστρέψουν στο Βασίλειο του Θεού. Αυτούς δεν μπορούσε πλέον να τους θεωρεί υπηκόους του. Του παραχωρήθηκε το δικαίωμα να τους παραπλανήσει και να τους κοροϊδέψει για να τους κρατήσει, αλλά όχι πλέον με βία, όπως μέχρι τώρα.
 
Ο Σατανάς δέχτηκε. Ήταν αναγκασμένος να δεχτεί. Περίμενε πολύ χειρότερες συνθήκες. Η τεκμηρίωση των δικαιωμάτων του που είχε κάποτε λάβει από τον Θεό αλλάχτηκε όπως την ήθελε ο Χριστός που τον νίκησε. Και ο Θεός, στο Όνομα του Οποίου έκλεισε η συνθήκη του Χριστού με τον Εωσφόρο, είναι ο Δίκαιος και Παντοδύναμος Φύλακας που εγγυάται τη διατήρηση αυτής της συνθήκης. Όλα υπόκεινται στην Δύναμή Του. Ακόμη και η κόλαση. Και την Διαταγή Του είναι αναγκασμένοι να την εκτελούν κι εκείνοι που στέκονται εχθρικά απέναντί Του. Έτσι ολοκληρώθηκε το μεγάλο Έργο της Σωτηρίας. Το Σχέδιο Σωτηρίας του Θεού είχε πραγματοποιηθεί στα ουσιαστικά του σημεία. Είχε γεφυρωθεί το απόκρημνο χάσμα ανάμεσα στο βασίλειο του σκότους και την Βασιλεία του Θεού. Από δω και πέρα όποιος ήθελε από την λεγεώνα των ξένων του Σατανά να επιστρέψει στην παλαιά του Πατρίδα του Θεού, μπορούσε να περάσει πάνω από αυτή την γέφυρα. Κανένας φύλακας της κόλασης δεν μπορούσε πλέον να του απαγορεύσει την διάβαση των συνόρων. 

Με τις ζητωκραυγές του Πνευματικού του Στρατού, ανέβηκε ο Χριστός από την κατοικία του Σατανά στην σφαίρα του άλλοτε Παράδεισου. Τα Χερουβείμ που φύλαγαν την σφαίρα του Παράδεισου, χαμήλωσαν την φλόγινη ρομφαία χαιρετώ-ντας τον Χριστό, τον Βασιλιά και Κύριό τους και τον νικηφόρο Στρατό Του. Παρέμειναν εδώ στον Παράδεισο μέχρι την ημέρα όπου με τον Χριστό επικεφαλής, εισήλθαν στα Ουράνια Πεδία. Όμως όλον αυτό τον καιρό μήτε ο Χριστός μήτε το πλήθος των Πνευμάτων παρέμειναν αδρανή. Έπρεπε να κοινοποιήσουν από εδώ προς όλη την Δημιουργία του Θεού την Νίκη του Λυτρωτή, και να προτρέψουν όλους όσους είχαν την καλή θέληση (ευδοκία) να επιστρέψουν. Ιδίως ο αμέτρητος αριθμός των πνευμάτων που υποφέρουν στις χαμηλότερες πνευματικές σφαίρες, δέχτηκε επισκέψεις, διδασκαλία, ενθάρρυνση, παρηγοριά και νουθεσία να μαζέψουν τις δυνάμεις τους και να διασχίσουν το δρόμο που άνοιξε ο Χριστός και που οδηγεί στην Πατρική Οικία. Ο Ίδιος ο Χριστός διοργάνωσε την διδασκαλία αυτών των αναρίθμητων αδελφών για να βρουν το ταχύτερο, όσο το δυνατόν περισσότεροι, το Δρόμο της Επιστροφής. Σ’ αυτό αναφέρεται ο Πέτρος στην Επιστολή του: «Εν ω και τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν, απειθήσασί ποτε, ότε απεξεδέχετο η του Θεού μακροθυμία εν ημέραις Νώε, κατασκευαζομένης κιβωτού» (Πέτρου Α΄3,19-20). Ο Χριστός εμφανίστηκε με υλοποίηση ως άνθρωπος, σε όσους Του παραστάθηκαν όσο ήταν άνθρωπος και υπέφεραν μαζί Του και για Χάρη Του: στην Μητέρα Του, στους μαθητές Του και στους φίλους Του. Έπειτα έφτασε η μέρα που ο Χριστός ανέβηκε στον Παράδεισο όπου Τον περίμενε το πλήθος των Πνευμάτων Του, αφού έδωσε τις τελευταίες εντολές και αποχαιρέτησε τους επίγειους φίλους Του. Ήταν η ημέρα της Ανάληψης. Εισήλθε στη Βασιλεία του Θεού ως Νικητής, επικεφαλής ενός μεγάλου πλήθους Πνευμάτων.
Μετά από το μεγάλο Έργο Σωτηρίας του Χριστού, τα πεπτωκότα από τον Θεό πνεύματα πρέπει να αποφασίσουν μόνα τους κατά πόσο θέλουν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία και να επιστρέψουν στη Βασιλεία του Θεού. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Σατανά ανοίχτηκαν με την Νίκη του Χριστού. Οι φυλακισμένοι μπορούν να επιστρέψουν στην Πατρίδα. Αν το κάνουν ή όχι, αυτό εξαρτάται από τους ίδιους. 

Ο Χριστός έχτισε την γέφυρα που οδηγεί στην Πατρίδα. Αλλά η πραγματοποίηση της επιστροφής εξαρτάται από την ελεύθερη βούληση του καθενός. Δεν πρέπει να φοβηθεί τους κόπους που είναι συνδεδεμένοι με τον Δρόμο της Επιστροφής. Τι δεν τράβηξαν οι όμηροιμετά την συνθηκολόγηση του Mεγάλου Πολέμου σας για να φτάσουν πίσω στην πατρίδα τους! Από τις πιο απόμακρες στέπες της Σιβηρίας περπατούσαν την μια εβδομάδα μετά την άλλη με ματωμένα πόδια μέχρι να φτάσουν στα σύνορα της πατρίδας.
Έτσι πρέπει να σηκωθούν οι φυλακισμένοι του Σατανά και να βρουν τον Δρόμο που οδηγεί στην Πατρίδα του Θεού. Ο Χριστός θα τους παρασταθεί στον κουραστικό Δρόμο βοηθώντας τους με τον Κόσμο των Πνευμάτων Του. Οι Απεσταλμένοι Του δείχνουν το Δρόμο, δυναμώνουν, ενθαρρύνουν, παρηγορούν και ανασηκώνουν πάλι και πάλι τους επιστρέφοντες όταν αυτοί κουράζονται και σκοντάφτουν. Μόνο δεν κάνει να ξαναγυρίσουν πίσω στην σκλαβιά του εχθρού ξαναπέφτοντας από το Βασίλειο του Θεού. Αλλιώς το μαρτύριό τους θα διαρκέσει περισσότερο ώσπου να ξανααποφασίσουν να σηκωθούν και να ξαναγυρίσουν πίσω στον Πατέρα! Αλλά θα έρθει για τον καθένα η μέρα που δεν θα μπορεί να χορτάσει πια την δίψα του για ευτυχία και ειρήνη στη σκάφη του κακού, και που θα πάρει τελικά τον δρόμο της επιστροφής. Ορισμένοι χρειάζονται γι’ αυτόν τον Δρόμο μία και μόνη ανθρώπινη ζωή. Άλλοι τυραννιούνται εκατοντάδες και άλλοι χιλιάδες χρόνια μακριά από τον Θεό, ψάχνοντας τον χρυσό της ευτυχίας στις καλποδόχες του σκοταδιού, θαμπωμένοι από τα ψεύτικα φώτα του Σατανά, από την μια πλάνη στην άλλη. Είναι δικό τους λάθος που πρέπει να ξαναγίνουν τόσες φορές άνθρωποι και που διαλέγουν τόσο αργά το Δρόμο του Φωτός που έχτισε η Αγάπη του Θεού και του Υιού Του, του Μεγάλου Λυτρωτή της πεσμένης Δημιουργίας!

ΑΜΗΝ


by Νέο Άστρο

Φως και Χαρά

Follow him @ Twitter | Facebook | Google Plus

Tags: